Κουραζόσουν ποτέ με κάποιον τόσο πολύ όσο με μένα; Εσύ συχνά αρρωσταίνεις κανονικά. Ύστερα έρχεται η δική μου η συμπόνια και δεν μπορώ να κάνω τίποτα και δεν μπορώ να πω τίποτα και βγαίνουνε σπασμωδικά, βλακώδη λόγια, που τ' ακούς όταν είσαι με τον καλύτερο πλησίον σου και τα ακούς καλύτερα, ύστερα εγώ σωπαίνω και εσύ σωπαίνεις και κουράζεσαι και κουράζομαι και όλα είναι μια χαζή δυσθυμία και δεν αξίζει να κουνήσεις το χέρι. Αλλά κανείς δεν θέλει να το πει στον άλλον από ντροπή ή φόβο ή - βλέπεις, φοβόμαστε ο ένας τον άλλον, ή εγώ -.
Φραντς Κάφκα, επιστολή στον Όσκαρ Πόλλακ, 4 Φεβρουαρίου 1902