Πολυαγαπημένη, ξέρεις πού
σου γράφει αυτή τη στιγμή ο σκληραγωγημένος, ο αδύνατον να κρυώσει, ο
σιδερένιος ο τρελός σου; Όχι βέβαια στο ύπαιθρο μες στη χειμωνιάτικη
νύχτα, αλλά, η μια ντροπή μετά την άλλη, μέσα στη ζεστή κουζίνα. Μόνο
στο καθιστικό υπάρχει θέρμανση, στο δικό μας το υψόμετρο με τη θύελλα
δεν είναι δυνατόν να έχουμε θέρμανση αλλού, στο δωμάτιό μου δεν βάλαμε
θέρμανση, γιατί βέβαια το απόγευμα θέλω να πάω στο Λάιτμέριτς (ίσως
βέβαια πάω το νωρίτερο αύριο) στο καθιστικό κοιμάται η οικογένεια ο ένας
πάνω στον άλλον, η κουζίνα είναι όμως άδεια και ήσυχη κι αν δεν
υπήρχανε τα κρύα πλακάκια κι ο δυνατός χτύπος του ρολογιού, θα ήταν το
τέλειο γραφείο.
Φραντς Κάφκα, επιστολή στην Φελίτσε Μπάουερ, 2 Φεβρουαρίου 1913